Μονόλογος προτού χαράξει ΙΙ γράφει ο έκπτωτος

Νύχτα ατέλειωτη…
Η ώρα της αποπνικτικής μοναξιάς.
Ο χρόνος παγώνει και υποχωρεί πάνω σε μια σκέψη,
κι ‘ όμως,
τα δευτερόλεπτα νιώθω να με σκίζουν μανιωδώς
στο πέρασμα τους.
Παγώνει η ψυχή μου, όχι ο χρόνος.


Ο χρόνος μας λίγος μα αρκετός.
Απροσδιόριστος.
Αρκετός για γέλια, δάκρυα, ευτυχία, συγκίνηση, θρίαμβο, αποτυχία
και πάλι απο την αρχή.
Προβλεψιμότις.
Αρκετός για γέννηση, για θάνατο, μονάχα μια φορά…


Τα λόγια μας, τις σκέψεις μας, τους πόνους και τις χαρές μας,
ας τα πάρει όλα ο άνεμος και αφού ταξιδέψουν
σε πρόσωπα αγνώριστα και κρυστάλλινες ψυχές,
σε ατάραχους ωκεανούς και όρη ανεμοδαρμένα,
σε υπνωτικούς ορίζοντες και πορφυρογέννητα ηλιοβασιλέματα,
ας σκορπίσουν, στο άντρο της νύχτας και των αστεριών.


Αχ!
Πόσα ξέρουν τούτα τα άστρα;
Ποιός άραγε να τα ψιθυρίζει απόκοσμα μυστικά;
Για μια στιγμή λάμψης και δόξας, να στερήθηκε τη θεία πνοή;


Κυριαρχεί σιωπή.
Ο δεινός αστεροκοίτης δεν έσωσε να γίνει άστρο.
Γιατί τα μυστικά του, τα πήρ ‘ ο άνεμος κι ‘ αυτά…

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.