έσκασε μπροστά στον παφλασμό κάποιων βημάτων
μεσούσης περιπλάνησης σε άγονες ακτές του λόγου
κύμα ανώφελων και ανώριμων διαδηλωτών•
έπλεον προς κάποια ακτή που απέδρασε
αρχαίος και μάταιος ανθρώπινος σκοπός,
αρμενιστές πάνω σε ιδέα παρωχημένη
επιθυμώντας -μάλλον- να διασώσουν
γυρίζοντας με ασφάλεια την αρπαγμένη ελευθερία
πίσω στη Σπάρτη των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων
ευθύς τε κάποιος άκουσε
μέσα στους αβαρείς σιδηρούς τοίχους
κραυγές και μελωδικά βογγητά
και ομολόγησε πως εκείνη ήταν νεκρή
ύπαρξη μεθισταμένη ανυπαρξία
ανυπαρξία κατάδικος μιας κωμικής ασημαντότητας
δεν είν’ το γεγονός που θα τη φέρει
πάλι στη ζωή ούτε και ο ρυθμός των παφλασμών
ένας πόθος ασίγαστος
η προσπάθεια τους
μακριά από κάθε λογική
αγάπη για την ακροθαλασσιά
για εκείνον τον ελεύθερο ορίζοντα
το κατακόκκινο ηλιοβασίλεμα
που δεν θα φτάσουμε
ποτέ;