Σα να χαθήκαμε στα μονοπάτια της αγωνίας
κοντοσταθήκαμε στο χείλος της ελπίδας
ζαλισμένοι από τη μέθη και τη χαμένη νιότη
Γίναμε ξαφνικά άγνωστοι
σιγή απόλυτη – μα μέσα μου κραυγάζω
και προσπαθώ να σε ξεχάσω
Όταν χάνεις τον εαυτό σου, διπλή είναι η πίκρα
Μα δε ζήτησα κατακτήσεις, ούτε υποσχέθηκα τον κόσμο
Μονάχα ζούσα στα όνειρά μου
Κι αν η όψη σου αμυδρά φεγγίζει στις αναμνήσεις πια,
η γνώση της ύπαρξής σου παραμένει,
όσο επιμένει και το πείσμα μου
Δυο άγνωστοι ανάμεσα σε πλήθη αναμνήσεων
η πόλη θα μας ξαναφέρει μαζί
σε καινούργια εκδοχή
