Πού πάει η μουσική όταν δεν την ακούμε πια;
Εκεί που η φωνή μου χάνεται όταν
τα βότσαλα πέφτουν στο ρυάκι που
τραγουδά και τρέχει.
Τους τάζει μία ψευδαίσθηση.
Κολλάει στους τοίχους
που πίνουν την υγρασία και ρουφάν και
αυτήν γιατί δεν ξέρει που μπλέκει.
Τη μισή την καταπίνει ο αφυγρατήρας
και μετά την αφήνει ελεύθερη
να τρέξει παντού.
Το παιδάκι στο ραδιόφωνο
είπε πως πάει παντού και πουθενά.
Ο παρουσιαστής την φυλάκιζε μέσα του
και με έκανε να θέλω να κλέψω
τη φωνή του, για να μην περιμένω
να την ακούσω όποτε θέλει να μιλήσει αυτός.
Πού πάει η μουσική όταν δεν την ακούμε πια;
Αυτή η πρωινή βουβαμάρα που μοιαζε με νύχτα
έκανε τα αυτιά μου να κολλήσουνε στα λόγια του
μιας και μίλαγε όταν ο ήλιος είχε πέσει.
Λίγες θάλασσες μακριά, ήταν νύχτα και
το σώμα μου είχε προσαρμοστεί ήδη εκεί.
Ήθελα να κλείσω τις κουρτίνες για να
μη μπαίνει καθόλου φως, να ακούω
τα λόγια τους που κυλούν μες στο βράδυ
και να σκέφτομαι ένα πράγμα, αυτή τη μουσική.