Ποια γλώσσα μπορεί να μου γίνει πιο οικεία; Σίγουρα όχι το υγρό, κόκκινο κομμάτι σάρκας που πάλλεται απείθαρχα εντός του στόματος μου.
Η ομιλία έχει ως προϋπόθεση την εκφράση της; Δηλαδή η θάλασσα έχει καταπιεσμένες σκέψεις; Αλλά ούτε ο ουρανός έχει καταλήξει σε μια, οι Νεφέλες, αγγελιοφόροι του, συνεχώς την αναζητούν, σε μια ειλικρινή προσπάθεια, καθώς η βροχή λυσαλέα μάχεται με τον άνεμο.
Μάλλον όχι. Σε έναν τέτοιο κόσμο η θάλασσα και ο ουρανός δεν θα υπήρχαν, τουλάχιστον όχι έτσι όπως τους ξέρουμε: ομιλητικούς. Σε αυτόν τον κόσμο οι άνθρωποι θα είναι εκείνοι που δεν ακούν, καθώς δεν μπορώ να φανταστώ μια θάλασσα που σιωπεί. Βασικά είναι πολύ απλό, η θάλασσα δεν θα είχε νερό. Γι’αυτό και εμείς μένει να αποβάλλουμε το νερό από μέσα μας αν θέλουμε να μετοικήσουμε σε αυτή τη χώρα.
Αυτό το οποίο συνεχώς τρέχει μέσα μας, ξεχυλίζει και ξεχύνεται μέχρι να το φτύσουμε στην έκφρασή μας. Θέλει να γυρίσει πίσω στον ωκεανό, καθώς τα υδροφόρα σώματα έλκονται και συναντιούνται στο χαμηλότερο σημείο.
Πολλές και άνυδρες ψυχές.