Πεθαίνω Σαν Χώρα… || Της P.O 13


Μια στο τόσο βρίσκει κανείς κάποια βιβλία που μπορούν να του αλλάξουν άρδην όλη την κοσμοθεωρία του. Το «Πεθαίνω Σαν Χώρα» του Δημήτρη Δημητριάδη είναι ένα από αυτά.
21268431_210004449535238_1292007335_o.jpg
Δεν πρόκειται για κάποιο ιστορικό μυθιστόρημα, ούτε για κάποιο επαναστατικό μανιφέστο, δεν είναι καν ένα γρήγορο διήγημα. Είναι ένα ξέσπασμα ή μάλλον ,σωστότερα, ένα παραλήρημα που είναι δύσκολο να φανταστεί ο ανθρώπινος νους πως υπάρχει.

[Ποτέ δε θα το πίστευα πως η ανθρώπινη φωνή μπορεί να φτάσει σε τέτοια ύψη… να είναι τόσο απύθμενη… να προκαλεί τόση αναστάτωση με την επιβολή της… ]

Πρόκειται για μια κάποια χώρα, που μετά από χίλια χρόνια πολέμου, ζει την αποκαθήλωση του εθνικού υποσυνείδητού της. Ο αφηγητής βιώνει μαζί με την ήττα (την πλέον πολυπόθητη) της χώρας και το θάνατο. Τον πνευματικό θάνατο. Εκείνο των ανθρωπίνων αξιών, συναισθημάτων. Αλλά και το θάνατο της ελπίδας για ένα καλύτερο μέλλον.

[Μισώ αυτή τη χώρα. Μου έφαγε τα σπλάχνα. Γράφω σ’ εσένα γιατί μαζί ποθήσαμε να είναι γόνιμα αυτά τα σπλάχνα, κι αυτός ο πόθος μας ένωσε νύχτες και νύχτες… και σ’ άλλες ώρες της μέρας, όταν ξαφνικά γινόταν ένα θαύμα και ξεχνούσαμε τον τρόμο που έτρεχε στους δρόμους καθώς μες στις φλέβες μας… τα εφιαλτικά δελτία ειδήσεων που μας εμπόδιζαν ακόμα και να κοιταζόμαστε… διαβασμένα από θεότρελους εκφωνητές… τα ουρλιαχτά που σκέπαζαν ακόμα και τις σειρήνες των ασθενοφόρων… ]

Με γλώσσα που περιέχει στοιχεία από όλες τις κοινωνικές τάξεις, ο Δημητριάδης καταφέρνει άριστα να δώσει την φρίκη του πολέμου, την εξαθλίωση, τον εξευτελισμό και την αγριότητα που μπορεί να κρύβεται στην ψυχή ενός ανθρώπου. Ενός ανθρώπου που έχει κουραστεί να τον βαραίνει η «ιστορία» τόσων ένδοξων προγόνων και λαμπερών πολεμιστών. Ενός ανθρώπου σαν εμένα κι εσένα. Που όμως έχει φτάσει στα άκρα.

Κατάφερε οι δολοφόνοι της να φτάσουν ως τις μήτρες μας και να τις σκάψουν σαν τάφους, τα γουρούνια, τα γουρούνια, είν’ όλοι τους γουρούνια, από ποιον ν’ αρχίσω και σε ποιον να τελειώσω, όλοι τους δολοφόνοι, όλοι τους, αυτοί με κάνουν να νιώθω την ανάγκη για το πιο μεγάλο έγκλημα, για μια ατέλειωτη σφαγή, ατέλειωτη σφαγή… αχ, πώς αντέχουμε δω μέσα, πώς δε μας τρελαίνει ακόμα αυτή η παλιοσκύλα, αυτή η γκαρότα, αυτό το στραγγουλατόριουμ, σωστή αγχόνη… με τους επίσημους μαχαιροβγάλτες της που βγάζουν επίσημους λόγους σ’ επίσημες τελετές μπρος σ’ επίσημους μαχαιροβγάλτες… ]

Όμως, ας μου επιτραπεί να προσθέσω κι εγώ μια ακόμη ερμηνεία στο έργο του Δημητριάδη. Μπορεί να αποτυπώνει τον πόνο και την οργή που φέρει μια σύρραξη αλλά εν μέρει δίνει και μια λύση. Τι λύση ; Αυτήν της δημιουργίας από την αρχή. Από το σημείο μηδέν.

[Εγώ δε θέλω να ’μαι χώρα. Δεν είμαι χώρα. Δε θέλω να είμ’ αυτή η χώρα. Αυτή η χώρα είναι νεκρόφιλη, γεροντόφιλη, κοπρολάγνα, σοδομίστρια, πουτάνα, μαστροπός και φόνισσα. Εγώ θέλω να είμαι η ζωή, θέλω να ζήσω, θα ’θελα να ζήσω, θα ’θελα να μπορούσα να ζήσω, θα ’μουν ευτυχισμένη τώρα αν ήθελα να ζήσω… όμως αυτή η χώρα δε μ’ αφήνει να το θέλω, δε μ’ αφήνει να είμαι η ζωή, να δίνω τη ζωή. ]

Πιο σύγχρονο λοιπόν από ποτέ το «Πεθαίνω σαν χώρα», αν και γραμμένο το 1978. Σύγχρονο και χρήσιμο. Για μια κοινωνία που αργοπεθαίνει κάτω από το βαρύ φορτίο της ιστορίας της. Το οποίο φορτίο κάποιοι κατάφεραν να καπηλευτούν.

[(..) Έχει πάρει το σχήμα μου… Το σώμα μου έχει πια τις διαστάσεις της… Έχω μέσα μου τη μοίρα της… Πεθαίνω σα χώρα… ]

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.